Ἀντιφάνης

Ἀντιφάνης
Антифан (автор комедий)

Ancient Greek-Russian simple. 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "Ἀντιφάνης" в других словарях:

  • Ἀντιφάνης — masc acc pl (attic epic doric) Ἀντιφάνης masc nom/voc pl (doric aeolic) Ἀντιφάνης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αντιφάνης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος αγαλματοποιός (5ος αι. π.Χ.). Προερχόταν από τον δήμο Κεραμέων. Στο Ερέχθειο μνημονεύεται ως κατασκευαστής ανάγλυφου ηνίοχου με τον δίφρο του. 2. Αργείος χαλκοπλάστης (τέλη 5ου – μέσα 4ου αι. π.Χ.). Περίφημος …   Dictionary of Greek

  • ἀντιφάνης — ἀντί φαίνω A ren. aor ind pass 2nd sg (homeric ionic) ἀντί φανάω pres ind act 2nd sg ἀντί φανάω imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντιφάνει — Ἀντιφάνης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Ἀντιφάνεϊ , Ἀντιφάνης masc dat sg (epic ionic) Ἀντιφάνης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντιφάνη — Ἀντιφάνης masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Ἀντιφάνης masc acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντιφάνην — Ἀντιφάνης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντιφάνους — Ἀντιφάνης masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Antiphanes of Berge — (Greek: Άντιφάνης ὁ Βεργαῖος, 4th century BC) in Thrace, near Amphipolis, was a Greek writer of the book Ἄπιστα (Apista; unbelievable ). It was due to Antiphanes, who lived in Athens, that the Attic verb βεργαΐζειν (bergaizein) was used in the… …   Wikipedia

  • АНТИФАН —    • Antiphănes,          Άντιφάνης, родосец, писатель средней аттической комедии, сын Стефана; стал известен ок. 98 ол. и прожил до 74 летнего возраста. Ему приписывалось 260 пьес, которые, и то лишь отчасти, известны нам только по заглавиям и… …   Реальный словарь классических древностей

  • κωμωδία — Θεατρικό ή κινηματογραφικό είδος που επιδιώκει τη διασκέδαση του θεατή με τη σάτιρα και τη γελοιοποίηση ανθρώπινων υπερβολών και αδυναμιών, κοινωνικών ηθών, αντιλήψεων και καταστάσεων. Διαφέρει από τη φάρσα, καθώς προχωρεί σε βαθύτερη ανάλυση των …   Dictionary of Greek

  • Καινεύς — Μυθολογικό πρόσωπο,ένας από τους κυριότερους Λαπίθες. Ήταν γιος του Έλατου. Αρχικά αναφέρεται ως γυναίκα με το όνομα Καινίς, η οποία, αφού έσμιξε ερωτικά με τον Ποσειδώνα, του ζήτησε να της δώσει μορφή άντρα. Όταν λοιπόν έγινε άντρας, και μάλιστα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»